υδατογράφημα

υδατογράφημα
το, Ν
(τεχνολ.-χημ.) διαφανής γραμμή ή εικόνα ή διαφανές γράμμα ή σχήμα ή άλλο σύμβολο, που σχηματίζεται στο χαρτί κατά τη φάση λείανσης τών επιφανειών του και όταν αυτό βρίσκεται ακόμη σε πολτώδη κατάσταση και χρησιμοποιείται είτε για την αναγνώριση τού κατασκευαστή σε χαρτιά υψηλής ποιότητας είτε στα χαρτονομίσματα για πιστοποίηση τής γνησιότητάς τους.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φιλιγκράν — το, Ν άκλ. 1. διάτρητο δικτυωτό λεπτούργημα από λεπτά συγκολλημένα πλέγματα χρυσών, αργυρών ή γυάλινων ινών 2. δαντέλα με βελόνα, ισπανικής προέλευσης, η οποία συνδυάζει χρωματιστή και μεταλλική κλωστή 3. είδος μεταλλικού κεντήματος που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”