- υδατογράφημα
- το, Ν(τεχνολ.-χημ.) διαφανής γραμμή ή εικόνα ή διαφανές γράμμα ή σχήμα ή άλλο σύμβολο, που σχηματίζεται στο χαρτί κατά τη φάση λείανσης τών επιφανειών του και όταν αυτό βρίσκεται ακόμη σε πολτώδη κατάσταση και χρησιμοποιείται είτε για την αναγνώριση τού κατασκευαστή σε χαρτιά υψηλής ποιότητας είτε στα χαρτονομίσματα για πιστοποίηση τής γνησιότητάς τους.
Dictionary of Greek. 2013.